Κειμενικά Στοιχεία Λογοτεχνικού Έργου: Αφηγηματικές Τεχνικές





Αφηγηματικές Τεχνικές

Επιμέλεια: Βασιλική Σταμάτη, Φιλόλογος
Σε κάθε αφήγηση υπάρχουν:
α) Η Ιστορία που αποτελεί το θέμα, την υπόθεση. β) Η αφήγηση ή αφηγηματικό υλικό που αφορά αυτό που προσλαμβάνει ο αναγνώστης, ο λόγος ή το αφηγηματικό κείμενο αυτό καθεαυτό.
Χρόνος
Ο  χρόνος της ιστορίας (ΧΙ) ορίζεται ως η φυσική διαδοχή των γεγονότων και ο χρόνος της αφήγησης (ΧΑ) ως η ακολουθία των γλωσσικών σημείων που αναπαριστά τα γεγονότα αυτά.
Ο ΧΑ αντιστοιχεί στον όρο "αφηγηματικός χρόνος" κι ο ΧΙ στον όρο "αφηγημένος χρόνος".
Οι σχέσεις των δύο χρονικοτήτων εξετάζονται από την πλευρά 1) της σειράς, 2) της διάρκειας, 3) της συχνότητας.
Αφηγηματικό ΤΩΡΑ
Α) Όταν ο αφηγητής είναι φανερός, όπως σε μια προφορική αφήγηση ενός παραμυθά που ξεκινά λέγοντας "τώρα θα σας πω ένα παραμύθι", υπάρχουν δύο είδη ΤΩΡΑ:
α) Το ΤΩΡΑ του αφηγηματικού λόγου, το ΤΩΡΑ με το οποίο ξεκινά ο αφηγητής την αφήγησή του, δηλαδή το "παροντικό" γι' αυτόν "τώρα".
β) Το ΤΩΡΑ της ίδιας της ιστορίας, η στιγμή έναρξης της ιστορίας και που συνήθως έχει παρελθοντική εκφορά.
Σε αυτή την περίπτωση υπάρχει διαφορά στην εστίαση. Έχουμε την εστίαση του Εγώ που βιώνει και του Εγώ που αφηγείται.
Β) Στην περίπτωση που ο αφηγητής είναι απών, με την έννοια ότι είτε δε συμμετέχει σ' αυτά που διηγείται είτε παραμένει κρυφός, τότε έχουμε μόνο το ΤΩΡΑ της ιστορίας.
1. Σειρά ή Τάξη
  Είναι η σχέση ανάμεσα στη χρονική διαδοχή των γεγονότων μέσα στην ιστορία και της διάταξης τους μέσα στο κείμενο.
Η παρουσίαση των γεγονότων με τη σειρά που έγιναν στην ιστορία αποτελεί μια γραμμική αφήγηση.
Η έλλειψη παράλληλης πορείας στη σειρά των δύο χρονικοτήτων ενός κειμένου προκαλεί τους λεγόμενους αναχρονισμούς ή αναχρονίες.
Η πρώτη αναχρονία στην ιστορία της λογοτεχνίας εφαρμόζεται στον Όμηρο με την τεχνική της in media res. Έτσι ανοίγει συνήθως και το παραδοσιακό μυθιστόρημα.
In medias res
Η in medias res αρχή είναι η μη κοινή αρχή ιστορίας και αφήγησης. Η αφήγηση αρχίζει όχι από την αρχή της ιστορίας, αλλά από ένα σημείο της, το οποίο έχει ενδιαφέρον. Με την in medias res αρχή ανοίγει ένα πρόσκαιρο κενό που κλείνει μετά. Έτσι διεγείρεται απότομα η περιέργεια του αναγνώστη που ικανοποιείται μετά. Αντίθετα, αν η αφήγηση ξεκινά με την αρχή της ιστορίας, ονομάζεται ab ovo.
Δύο λοιπόν τα είδη της αναχρονίας:
α) Αναδρομή/ανάληψη
Αυτό που στον κινηματογράφο ονομάζουμε flash back. Η αφήγηση διακόπτει τη ροή της ιστορίας, προκειμένου να επανέλθει σε προηγούμενα γεγονότα
β) Πρόληψη ή προδρομή
Στην πρόληψη αντιστοιχεί η κινηματογραφική τεχνική του flash farward. Είναι ένας αφηγηματικός ελιγμός σύμφωνα με τον οποίο ανακοινώνεται εκ των προτέρων τι θα συμβεί μετά. Έτσι προαναγγέλλεται η εξέλιξη ενός επεισοδίου μιας φάσης της αφήγησης κι ακόμη το τέλος της ιστορίας, καθώς προϊδεάζεται ο αναγνώστης για την έκβαση της αφήγησης.
Οι προλήψεις φυσικά αναγνωρίζονται εκ των υστέρων. Στις προλήψεις ανήκει η προσήμανση, δηλαδή η σκόπιμη παρεμβολή στοιχείων που προϊδεάζουν τον αναγνώστη για τη συνέχεια. Δεν πρέπει να συγχέεται με την προοικονομία, η οποία συνδέεται με την πλοκή και αφορά τη διευθέτηση των γεγονότων, ώστε να προωθείται η δράση.
2. ΔΙΑΡΚΕΙΑ
Σκηνή
  Εδώ ο χρόνος της αφήγησης αντιστοιχεί στο χρόνο της ιστορίας. Η σκηνή είναι η υποθετική ισοχρονία ανάμεσα στο ΧΙ και στο ΧΑ (ΧΙ = ΧΑ).
Αυτή η ιδεατή ίση διάρκεια ιστορίας και εξιστόρησης, η καθαρή σκηνή, στο κείμενο αντιπροσωπεύεται κυρίως από το διάλογο και τον εσωτερικό μονόλογο.
Η χρονική διαφορά δημιουργεί τις λεγόμενες ανισοχρονίες
Δύο είναι οι βασικές μορφές ανισοχρονίας: η επιτάχυνση και η επιβράδυνση. Οι ρυθμοί της επιτάχυνσης αντιπροσωπεύονται από την έλλειψη και την περίληψη. Της επιβράδυνσης από την παύση και την επιμήκυνση.
ΡΥΘΜΟΙ ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗΣ
ΕΛΛΕΙΨΗ
Είναι η διάρκεια της ιστορίας η οποία αποσιωπάται εντελώς από την αφήγηση. Στο κείμενο δηλαδή παραλείπεται μια ολόκληρη περίοδος από τη ζωή π.χ. του ήρωα. { ΧΑ < ΧΙ}
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Εδώ έχουμε επιτάχυνση της αφήγησης. Οι χρονικές συμπυκνώσεις εκφέρονται λεκτικά με ρηματικούς τύπους ή φράσεις που δηλώνουν διάρκεια (περίμενε...) ή επανάληψη (επανειλημμένως...) {ΧΑ < ΧΙ}
Οι περιλήψεις λειτουργούν συνήθως ως συνδετικά στοιχεία σε ένα κείμενο και, καθώς εναλλάσσονται με τις σκηνές, δίνουν στη αφήγηση ρυθμό.
ΡΥΘΜΟΙ ΕΠΙΒΡΑΔΥΝΣΗΣ
ΠΑΥΣΗ
Η αντίθετη περίπτωση της έλλειψης. Η ιστορία, ο χρόνος της ιστορίας διακόπτεται και χάνεται από το προσκήνιο, ενώ συνεχίζεται μόνο ο αφηγηματικός λόγος, δηλαδή η εξιστόρηση. Ο ΧΙ παύει να κυλάει ενώ ο ΧΑ εξακολουθεί. { ΧΑ > ΧΙ}
  Στο κείμενο η παύση αναγνωρίζεται με τις περιγραφές, τις γενικές σκέψεις, το σχόλιο, τα αποφθέγματα και τις λεγόμενες παρεισφρύσεις του συγγραφέα. Η μοναδική περίπτωση περιγραφής που δεν είναι παύση είναι η περιγραφή - πράξη.
ΕΠΙΜΗΚΥΝΣΗ
Ο χρόνος της εξιστόρησης είναι περισσότερος από το χρόνο της ιστορίας. Εδώ ανήκουν οι σκέψεις ή άλλες διαδικασίες που συντελούνται στο εσωτερικό της συνείδησης. Απαιτείται πάντα περισσότερος χρόνος να διατυπώσουμε τις σκέψεις μας παρά να τις κάνουμε κι ακόμη περισσότερο να τις καταγράψουμε.
3. ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ
Πρόκειται για την αναλογία ανάμεσα στο πόσες φορές ένα γεγονός εμφανίζεται στην ιστορία και πόσες φορές αναφέρεται στην αφήγηση.
Οι θεωρητικές δυνατότητες που προσφέρονται είναι:
α) Ενική ή Μοναδική Αφήγηση
Η αφήγηση μια φορά ενός γεγονότος που συνέβη μόνο μια φορά στην ιστορία (1 Α / 1 Ι). Απαντάται συχνότερα.
β) Πολυμοναδική Αφήγηση
Πρόκειται για την αφήγηση ν φορές αυτού που συνέβη ν φορές (ν Α /ν Ι).
γ) Επαναληπτική Αφήγηση
Πολλοί λόγοι ανακαλούν ένα μόνο και το ίδιο γεγονός. Αφήγηση ν φορές αυτού που συνέβη μια φορά (ν Α / 1 Ι). 
Έτσι μπορεί:
Ι. το ίδιο πρόσωπο να επαναλαμβάνει με εμμονή την ίδια ιστορία
ΙΙ. πολλά πρόσωπα να αφηγούνται συμπληρωματικά το ίδιο γεγονός
ΙΙΙ. ένα ή και περισσότερα πρόσωπα μπορεί να δίνουν αντιφατικές αφηγήσεις, δημιουργώντας αμφιβολία για την πραγματικότητα
δ) Θαμιστική ή Σύνθετη Επαναληπτική ή Συμπεριληπτική
Ο αφηγητής διηγείται μια φορά αυτό που συνέβη πολλές φορές (1 Α / ν Ι).
Ο αφηγητής χρησιμοποιεί:
Ι. επιρρηματικές χρονικές φράσεις όπως: κάθε μέρα κτλ.
ΙΙ. ουσιαστικά που αναφέρονται σε χρονικές περιόδους: τα καλοκαίρια κτλ.
ΙΙΙ. ρήματα που εκφέρονται σε παρατατικό κι έχουν συμπεριληπτική έννοια
ΛΟΓΟΣ
Αφήγηση γεγονότων
Η αφήγηση μεταγράφει μη λεκτικά στοιχεία σε λεκτικά. Η αφήγηση του γεγονότος, όποια κι αν είναι η έγκλισή της, είναι πάντοτε αφήγηση μη ρηματικού σε ρηματικό:
{Στην αφήγηση γεγονότων ενδιαφέρει κυρίως για εξέταση ο χρόνος και η περιγραφή}
Αφήγηση λόγων
Κατά το Genette οι τρόποι αυτοί είναι 3:
α) Ο αφηγηματοποιημένος λόγος
β) Ο αναφερόμενος λόγος ή ευθύς λόγος
γ) Ο μετατιθέμενος λόγος ή πλάγιος λόγος
  Είναι τα 3 στάδια τα οποία οδηγούν από το λόγο του αφηγητή στο λόγο των προσώπων ή αλλιώς από την αφήγηση στην ιστορία.
Ευθύς ή αναφερόμενος λόγος
Ο λόγος που δεν υφίσταται καμιά τροποποίηση. Ο αφηγητής αναπαράγει την ομιλία των προσώπων χωρίς να περικόπτει ή να αλλοιώνει τα λόγια τους, προσποιούμενος ότι παραχωρεί τη θέση του στους ήρωές του.
  Η κύρια μορφή του είναι ο διάλογος που τυπογραφικά σηματοδοτείται είτε με παύλες είτε με εισαγωγικά.
Μπορεί επίσης να έχουμε ένα διάλογο όπου υπάρχουν συνομιλητές, αλλά κάποιος μονοπωλεί τη συζήτηση. Αυτό θυμίζει μονόλογο και ουσιαστικά μιλάμε για μηδενικό διάλογο.
  Εδώ εντάσσεται και ο εσωτερικός μονόλογος ο οποίος αποδίδει τις σκέψεις, τα συναισθήματα ή γενικά "το περιεχόμενο της συνείδησης" κάποιου προσώπου, χωρίς τις παρεμβάσεις του συγγραφέα (απουσία αφηγηματικής μεσολάβησης) είτε με τη μορφή του σχολίου είτε με τη μορφή της επεξήγησης. Δεν υπάρχει επιδίωξη λογικής και γλωσσικής επεξεργασίας. Χαλαρή σύνταξη, ανατροπές στη στίξη, ελλειπτικός – υπαινικτικός λόγος, συνειρμοί και αντιφάσεις είναι τα χαρακτηριστικά του εσωτερικού μονολόγου.
Στόχος του ευθύ λόγου είναι η αυτούσια μεταβίβαση των λόγων του ήρωα, ώστε να αποκαλύπτονται τα γνωρίσματά του, οι απόψεις, η ιδεολογία, η ψυχοσύνθεσή του, και να αιτιολογούνται οι πράξεις του. Ο λόγος αποκτά ζωντάνια, αμεσότητα και δραματικότητα. 
ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΟ ΣΧΟΛΙΟ
Στον αναφερόμενο λόγο συχνά ο λόγος των ηρώων, καθώς διακόπτει το λόγο του αφηγητή, συνοδεύεται από ένα σχόλιο το οποίο ανήκει στον αφηγητή.
Το αφηγηματικό σχόλιο:
α) προσδιορίζει τους ομιλητές
β) επισημαίνει τις προθέσεις και τις αντιδράσεις τους σε σχέση με το διάλογο
γ) διευκρινίζει τους ρόλους αφηγητή και ήρωα
δ) επαινεί ή κριτικάρει τα λεγόμενα των προσώπων
ε) υπογραμμίζει την αλήθεια ή το ψεύδος (αξιοπιστία ή αναξιοπιστία)
στ)σχολιάζει την εκφώνηση
ζ) αναφέρεται στον επιτονισμό ή στην ένταση της φωνής
  Η έκταση του αφηγηματικού σχολίου ποικίλει.
Βοηθά τον αναγνώστη να κατανοήσει τους χαρακτήρες, τη συμπεριφορά και τη δράση τους, να επιβραδύνει την εξέλιξη της πλοκής και να μεγιστοποιήσει το σασπένς, αλλά και να δώσει μια εικόνα του ίδιου του αφηγητή.
ΜΕΤΑΤΙΘΕΜΕΝΟΣ Ή ΠΛΑΓΙΟΣ ΛΟΓΟΣ & ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΠΛΑΓΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Δεν πρόκειται για αμιγή μεταφορά του λόγου των δρώντων προσώπων. Έχουμε τη μεταφορά των λόγων του ήρωα από τον αφηγητή.
  Άλλη μορφή του μετατιθέμενου λόγου είναι αυτή κατά την οποία το αφηγηματικό κείμενο εμποτίζεται από το ιδίωμα του ήρωα. Η τυπογραφική αναγνώριση γίνεται από τα εισαγωγικά ή πλάγια στοιχεία του κειμένου.
Εδώ ανήκει και η ενδιάμεση περίπτωση του Ελεύθερου Πλάγιου Λόγου (ΕΠΛ). Μια παραλλαγή ανάμεσα στον ευθύ και στον πλάγιο λόγο. Εδώ:
α) ο αφηγητής ενσωματώνει στο λόγο του τη σκέψη του ήρωα χωρίς να την εξαρτά από λεκτικό ρήμα (είπε, ομολόγησε).
β) διατηρεί την τριτοπρόσωπη αφήγηση, αλλά υιοθετεί το ύφος του ήρωα και την ψυχική του ένταση.
Σ' αυτή τη μορφή ακούγονται ταυτόχρονα και η φωνή του ήρωα και η φωνή του αφηγητή.
Η κεφαλαιώδης διαφορά ανάμεσα στον άμεσο μονόλογο και στον ΕΠΛ που καμιά φορά συγχέονται ή παραλληλίζονται αναίτια έγκειται στο ότι στον ΕΠΛ ο αφηγητής γίνεται φορέας του λόγου του προσώπου ή αλλιώς το πρόσωπο μιλά με τη φωνή του αφηγητή.
Στόχος του πλαγίου λόγου είναι να ισχυροποιηθεί η αφηγηματική φωνή, καθώς ο αφηγητής θα ορίσει τι θα υπερτονιστεί ή θα υποβαθμιστεί ή και θα αποσιωπηθεί.
Με τη χρήση του ΕΠΛ επιτυγχάνεται αμφισημία, Ο αναγνώστης δεν γνωρίζει πόσα από την πληροφορία ανήκουν στον ήρωα και πόσα στον αφηγητή.
ΑΦΗΓΗΜΑΤΟΠΟΙΗΜΕΝΟΣ Ή ΑΦΗΓΗΜΕΝΟΣ ΛΟΓΟΣ
Καταγράφεται η λεκτική ενέργεια χωρίς να διατηρείται από αυτή κανένα στοιχείο. Σχεδόν εξαφανίζεται ακόμη και το περιεχόμενο του λόγου κι όχι μόνο η έκφραση και το είδος του. Αυτό το λόγο τον αναλαμβάνει ο αφηγητής. Ο αφηγηματοποιημένος λόγος δηλώνει κατά κύριο λόγο δευτερεύοντα γεγονότα της ιστορίας
Τίποτα το εξωτερικό δε μας αφήνει να διακρίνουμε τι στο πρωτότυπο ήταν λόγια, στάση ή τρόπος σκέψης.
παράδειγμα αφηγηματοποιημένου λόγου
Δειλά δειλά ζήτησα ακρόαση από τον γυμνασιάρχη. […] Του είπα τα βάσανά μου, τη φοβερή ταλαιπωρία μου.
                                 Γ. Ιωάννου, Το παλιό σχολείο
Αφηγηματικοί τρόποι θεωρούνται: α) η αφήγηση γεγονότων και πράξεων (τα λόγια των ηρώων, τα γεγονότα και οι καταστάσεις παρουσιάζονται έμμεσα και πιο σύντομα), β) η περιγραφή (εκτός του ότι προσφέρει αισθητική συγκίνηση και δίνει πληροφορίες για τους χαρακτήρες και το χωροχρόνο, βοηθά τόσο στην κλιμάκωση της πλοκής και την πρόκληση αγωνίας όσο και στην αποκλιμάκωση της έντασης μετά από κάποια έντονη σκηνή), γ) ο διάλογος (συμβάλλει στην άμεση αποκάλυψη των χαρακτήρων μέσα από τα λόγια και τις σκέψεις τους, προσδίδει αληθοφάνεια, δραματικότητα, ζωντάνια και παραστατικότητα και οδηγεί σε συναισθηματική και πνευματική εμπλοκή το δέκτη), δ) ο εσωτερικός μονόλογος (η αφήγηση κατορθώνει να μας εισάγει στην εσωτερική ζωή του ήρωα) και ε) το αφηγηματικό σχόλιο, η παρεμβολή δηλαδή σχολίων/ σκέψεων του αφηγητή.

Προοπτική/Οπτική Γωνία/Εστίαση
Συχνά έχει γίνει σύγχυση ανάμεσα στο ποιο είναι το πρόσωπο του οποίου η οπτική γωνία προσανατολίζει την αφήγηση και στο ποιος είναι ο αφηγητής. Ή με δυο λόγια, ανάμεσα στο: ποιος βλέπει, και στο ποιος μιλά.
Με τον όρο προοπτική εννοούμε τους πολύμορφους τρόπους με τους οποίους προσλαμβάνεται η ιστορία. Είναι αυτό που λέμε οπτική γωνία της αφήγησης.
  Προτάθηκε η διάκριση ανάμεσα στο "ποιος βλέπει" στην ιστορία, ποιος προσλαμβάνει ή αλλιώς τίνος η άποψη παρουσιάζεται και στο "ποιος μιλάει", ποιος αναλαμβάνει την αφήγηση, ποιος εξιστορεί.
Πρόκειται δηλαδή για τη διάκριση ανάμεσα στην εστίαση (τη θέση εκείνου που διαμορφώνει την εξιστόρηση) και στην αφηγηματική φωνή (την εξιστόρηση).
Ο αφηγητής δεν ταυτίζεται αναγκαστικά με την οπτική γωνία από την οποία παρέχεται η πληροφορία, αφού δεν είναι πάντοτε και ο "εικονολήπτης" της ιστορίας.
ΕΣΤΙΑΣΗ   
  Έτσι προέκυψε ο όρος εστίαση.
1. Αφήγηση με Μηδενική Εστίαση ή μη εστιασμένη αφήγηση
Ο αφηγητής γνωρίζει περισσότερα από τα πρόσωπα της ιστορίας του ή για την ακρίβεια λέει περισσότερα απ' όσα ξέρει ο οποιοσδήποτε από τους ήρωές του. Κατ’ επέκταση, ο αναγνώστης γνωρίζει περισσότερα από τους ήρωες. Πρόκειται για την παντογνωστική αφήγηση. Τόσο τα γεγονότα που μπορεί να συμβαίνουν οπουδήποτε από πλευράς χρόνου ή τόπου όσο κι οτιδήποτε αφορά τα πρόσωπα δίνονται από τον παντογνώστη αφηγητή που είναι διαρκώς και παντού παρών. Αυτός ο αφηγητής είναι μια υπεράνθρωπη μορφή (αφηγητής – θεός) που έχει πρόσβαση και στις πιο βαθιές σκέψεις των προσώπων της ιστορίας.
Αν ο θεατής γνωρίζει περισσότερα από τους χαρακτήρες ενεργοποιείται η τραγική ειρωνεία (dramatic irony), πχ ξέρει το τέλος, και τότε έχουμε συναισθηματική εμπλοκή, καθώς αναπτύσσεται ενσυναίσθηση και ταύτιση.

2. Αφήγηση με Εξωτερική Εστίαση
  Ο αφηγητής ξέρει λιγότερα από οποιοδήποτε από τα δρώντα πρόσωπα ή λέει λιγότερα απ' ό,τι ξέρει ο ήρωας. Ο αφηγητής (αφηγητής – πράγμα/κάμερα) βλέπει το πρόσωπο χωρίς να διεισδύει στις αντιλήψεις του και στα συναισθήματά του. Κατ’ επέκταση, ο αναγνώστης γνωρίζει λιγότερα από τα πρόσωπα της ιστορίας.
  Αυτή η τεχνική αξιοποιείται στον κινηματογράφο και στο αστυνομικό μυθιστόρημα ή στο μυθιστόρημα μυστηρίου, κι έτσι ενισχύεται το μυστήριο.
Αν ο αναγνώστης γνωρίζει λιγότερα από τους χαρακτήρες, τότε εμπλέκεται προσπαθώντας να λύσει το μυστήριο, καθώς επιχειρεί να προλάβει τον χαρακτήρα που γνωρίζει περισσότερα (πνευματική εμπλοκή).

3. Αφήγηση με Εσωτερική Εστίαση
Ο αφηγητής γνωρίζει τόσα όσα και τα πρόσωπα της ιστορίας του ή λέει μόνο ό,τι ξέρει κάποιος δεδομένος ήρωας (αφηγητής – άνθρωπος). Κατ’ επέκταση, ο αναγνώστης γνωρίζει μόνο αυτά που γνωρίζει ο ήρωας.
  Δεν έχουμε την αντικειμενική πληροφόρηση από ένα παντογνώστη αφηγητή. Μπορούμε να μάθουμε μόνο αυτά που εμπίπτουν αυστηρά στην οπτική γωνία ενός μόνο προσώπου, που τα παρουσιάζει ανάλογα με την ψυχική του διάθεση και το χαρακτήρα του.
Ο λόγος του αφηγητή ακολουθεί το βλέμμα, τη σκέψη αυτού του προσώπου.
  Τα είδη της εσωτερικής εστίασης είναι:
α) καθορισμένη (σταθερή, περιορισμένη) Η οπτική γωνία είναι αυστηρά ενός μόνο ήρωα.
β) μεταβλητή όταν η εστία τοποθετείται σε πολλά πρόσωπα για πολλά γεγονότα. Εναλλάσσονται οι ήρωες (που εστιάζουν) των οποίων παρουσιάζεται η οπτική γωνία. Το εστιακό πρόσωπο είναι στην αρχή κάποιο άλλο, έπειτα άλλο κ.ο.κ.
γ) πολλαπλή Το ίδιο γεγονός το διηγούνται από πολλές γωνίες τα πρόσωπα εναλλακτικά. Συχνή στα επιστολογραφικά μυθιστορήματα.
  Η εσωτερική εστίαση συναντάται κυρίως στο μοντέρνο μυθιστόρημα.
Τα εκφραστικά στοιχεία που κυρίως χαρακτηρίζουν την εσωτερική εστίαση είναι ο εσωτερικός μονόλογος και ο ΕΠΛ που αναμειγνύει τη φωνή του αφηγητή και του αφηγηματικού προσώπου ή σχόλια του αφηγητή που δηλώνουν τη σκέψη, την πρόθεση ή τα συναισθήματα ενός ήρωα.
Αν ο αναγνώστης γνωρίζει τα ίδια με τους χαρακτήρες, ενεργοποιείται το suspense,  καθώς αναγνώστης και ήρωας προσπαθούν μαζί να βρουν τη λύση (πνευματική και συναισθηματική εμπλοκή).

Χρονικοί Τύποι της Αφήγησης σε σχέση με την Ιστορία
Με βάση το αφηγηματικό "τώρα", τη στιγμή δηλαδή που συντελείται η αφήγηση και το "τώρα" της ιστορίαςτο "τώρα", του αφηγηματικού λόγου μπορεί χρονικά ή να προηγείται ή να ακολουθεί ή να ταυτίζεται με τα γεγονότα που διαδραματίζονται στην ιστορία.
  Οπότε, για τα ρήματα θα χρησιμοποιηθεί υποχρεωτικά ένας από τους 3 χρόνους: παρελθοντικός, μελλοντικός, παροντικός
  Έτσι, έχουμε τις ακόλουθες μορφές αφήγησης:
1. Μεταγενέστερη αφήγηση (υστερόχρονη): με ρηματική εκφορά σε παρελθόντα χρόνο. Διηγείται κάποιος την ιστορία αφού έχει εξ ολοκλήρου συντελεστεί. Χωρίς αμφιβολία η συνηθέστερη.
2. Προγενέστερη αφήγηση (προτερόχρονη): προηγείται της έναρξης της ιστορίας, με ρήματα σε μέλλοντα ή ενεστώτα. Συνήθως πρόκειται για δευτερεύουσες αφηγήσεις, εγκιβωτισμένες στην κύρια, που αποτυπώνουν μια προφητεία ή ένα όνειρο.
3. Σύγχρονη ή ταυτόχρονη αφήγηση: η εκφώνησή της γίνεται ταυτόχρονα με τα γεγονότα, είναι σύγχρονη της ιστορίας. Σημαντικός χρόνος είναι ο ενεστώτας. (αντιπροσωπευτικό είδος εδώ είναι το ημερολόγιο κι ο εσωτερικός μονόλογος).
4. Εμβόλιμη αφήγηση: Πρόκειται για την ανάμειξη δύο προηγούμενων τύπων αφήγησης, της μεταγενέστερης και της σύγχρονης. Π.χ. ο αφηγητής διηγείται τόσο αυτά που έζησε κατά τη διάρκεια της ημέρας, όσο και τις σκέψεις που περνούν από το μυαλό του την ώρα που γράφει. Τη συναντούμε στο μυθιστόρημα-ημερολόγιο και στο επιστολικό μυθιστόρημα.
ΑΦΗΓΗΤΗΣ
Αφήγηση χωρίς αφηγητή δεν υπάρχει.
  Ο αφηγητής ταξινομείται ανάλογα με:
1) το βαθμό παρουσίας του
2) το βαθμό συμμετοχής του στην ιστορία που αφηγείται
3) το επίπεδο της μυθιστορηματικότητας
1. Βαθμός παρουσίας
  Οι αφηγητές κατατάσσονται σε φανερούς και καλυμμένους, επειδή ως αφηγητές δείχνουν ή δε δείχνουν την παρουσία τους.  Εκτός από τις περιπτώσεις που ο αφηγητής είναι αντιληπτός από την πρωτοπρόσωπη αφήγηση του, εδώ ανήκουν και  αφηγήσεις που ξεγελούν αρχικά με την τριτοπρόσωπη εκφορά του λόγου.
2. Βαθμός συμμετοχής
  Με βάση τη συμμετοχή του ή όχι σ' αυτό που αφηγείται, ο αφηγητής χαρακτηρίζεται ομοδιηγητικός ή ετεροδιηγητικός.
  Ο ετεροδιηγητικός δε συμμετέχει σε τίποτε από εκείνα που εξιστορεί.
  Ο ομοδιηγητικός απαντά με δύο μορφές:
α) ως πρωταγωνιστής αφηγητής (αυτοδιηγητική αφήγηση)
β) ως παρατηρητής αφηγητής, ο οποίος δεν πρωταγωνιστεί αλλά παρατηρεί τη δράση ως αυτόπτης μάρτυρας. Ο ρόλος του είναι δευτερεύων. 
Δεν υπάρχει ταύτιση με την πρωτοπρόσωπη ή τριτοπρόσωπη αφήγηση, όπως πίστευαν παλαιότερα.
3. Επίπεδο μυθιστορηματικότητας Αφηγηματικά επίπεδα
  Μιλάμε για αφηγηματικά επίπεδα εφόσον μέσα στην ιστορία υπάρχουν δευτερεύουσες αφηγήσεις, τις οποίες αναλαμβάνουν τα μυθιστορηματικά πρόσωπα.
  Κατηγοριοποίηση των αφηγηματικών επιπέδων: εξωδιηγητικό, ενδοδιηγητικό και μεταδιηγητικό.
  Σε καθένα επίπεδο αντιστοιχεί και ο ανάλογος τύπος αφηγητή
Α) Εξωδιηγητικό επίπεδο - εξωδιηγητικός αφηγητής
 Εδώ ανήκουν εξωτερικές αφηγήσεις, οι οποίες καμιά οργανική σχέση δεν έχουν με τα μυθιστορηματικά γεγονότα, αλλά πληροφορούν για τις συνθήκες  αφήγησής τους. Μπορεί να είναι:
α) πρόλογοι στις εκδόσεις χειρογράφων που υποτίθεται ότι έμειναν κάπου ξεχασμένα (Ζωή εν τάφω του Μυριβήλη)
β)  εισαγωγικές αφηγήσεις
  Εδώ ο αφηγητής ονομάζεται εξωδιηγητικός , γιατί δεν είναι παρών ως αφηγητής, σε καμιά διήγηση, αλλά βρίσκεται "υπεράνω" ή έξω από την ιστορία την οποία ο ίδιος αφηγείται. Κινείται σ' ένα εξωδιηγητικό επίπεδο. Ο Genette ταυτίζει τον εξωδιηγητικό αφηγητή με το συγγραφέα.
Β) Ενδοδιηγητικό επίπεδο - ενδοδιηγητικός αφηγητής
  Το διηγητικό επίπεδο αφορά τα γεγονότα της κύριας αφήγησης, της ιστορίας. Ο αφηγητής βρίσκεται μέσα σ' αυτό και συνδέεται άμεσα με την ιστορία που αφηγείται, αφού είναι ο ίδιος πρόσωπο της ιστορίας, βρίσκεται μέσα στην ιστορία. Γι' αυτό και χαρακτηρίζεται ενδοδιηγητικός.
Ο φανταστικός μυθιστοριογράφος είναι ενδοδιηγητικός.
Γ) Μεταδιηγητικό επίπεδο - Μεταδιηγητικός αφηγητής
Πρόκειται για την τεχνική του εγκιβωτισμού. Εδώ ο αφηγητής ανήκει στο μεταδιηγητικό ή υποδιηγητικό επίπεδο. Με την εξιστόρηση της δευτερεύουσας ιστορίας δημιουργεί την επόμενη βαθμίδα μυθιστορηματικότητας, το επόμενο αφηγηματικό επίπεδο, το μεταδιηγηματικό. Μπορεί ο μεταδιηγηματικός αφηγητής να είναι ο ίδιος με τον ενδοδιηγηματικό αλλά αυτός αφηγούμενος τη δευτερεύουσα τώρα ιστορία "μετακινείται" και γίνεται μεταδιηγηματικός.

Τα αφηγηματικά δηλαδή επίπεδα μπορούν να αποδοθούν:

Εξωδιηγητικό

 

                                         Ενδοδιηγητικό
                                                      (κύρια ιστορία)

                                                                         Μεταδιηγητικό  
                                                                         (εγκιβωτισμένη)

Εγκιβωτισμός
  Έχουμε αφήγηση μέσα στην αφήγηση. Αλλιώς ονομάζεται συρταρωτή μορφή αφήγησης ή εγκιβωτισμένη, υποδιηγητική ή μεταδιηγητική (Genette).
  Στον εγκιβωτισμό αναγνωρίζονται ποικίλες μορφές. Μια δευτερεύουσα αφήγηση σε σχέση με την κύρια μπορεί να έχει συγκεκριμένη λειτουργικότητα:
α) Να δίνει αιτιολογική εξήγηση, να επεξηγεί την κύρια αφήγηση
β) Θεματικά, απλώς να παρατίθεται, δημιουργώντας αναλογίες ή αντιθέσεις με το βασικό θέμα.
γ) Να προωθεί ή να επιβραδύνει την κύρια αφήγηση.

Βιβλιογραφία
Barry Peter, Γνωριμία με τη θεωρία, μια εισαγωγή στη λογοτεχνική και πολιτισμική θεωρία, μτφ. Αναστασία Νάτσινα, εκδόσεις Βιβλιόραμα, 2013
Φρυδάκη Ευαγγελία, Η θεωρία της λογοτεχνίας στην πράξη της διδασκαλίας, εκδόσεις Κριτική, 2003
Μυλιωνάκου – Σαϊτάκη Γιούλα, Προσεγγίσεις στη θεωρία της Λογοτεχνίας, Εκδόσεις Φυτράκη, 2006
Genette G., Σχήματα III, Εκδόσεις Πατάκη, 2007
M.H. Abrams, Λεξικό λογοτεχνικών όρων, μτφ. Γιάννα Δεληβοριά - Σοφία Χατζηιωαννίδου, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2005


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Κριτήριο αξιολόγησης - Νεοελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία: Κράτος Δικαίου

Λογοτεχνία: Σχέδιο μαθήματος στο ποίημα του Γ. Ρίτσου "Κι εσύ να λείπεις" - Αξιοποίηση των τεχνικών του θεάτρου

Η Λογοτεχνία στην Τράπεζα Θεμάτων - Μουσικοί σ' ένα παραθαλάσσιο κέντρο - Σενάριο Μαθήματος